Μοσχεύματα Λίπους: Ιστορική Αναδρομή με Αναφορά στις Eνέσεις Λιποαναρροφηθέντος Λίπους
(ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ 1990, 3:341-6)
Τμήμα Πλαστικής Χειρουργικής,
Χειρουργικός
Τομέας,
Ιπποκράτειο
Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών.
Υπεύθυνος γιά την
αλληλογραφία :
Θεόδωρος Κ.
Κόνωνας (Πλαστικός Χειρουργός)
Τηλ:
2107700634
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η χρησιμοποίηση μοσχευμάτων λίπους γιά πλήρωση ελλειμμάτων του σώματος άρχισε από το τέλος του περασμένου αιώνα. Αν και αρχικά υπήρξε ενθουσιασμός γιά την εφαρμογή τους, γρήγορα έγινε αντιληπτό ότι η μεταμόσχευση λίπους δεν μπορούσε να αποτελέσει αξιόπιστη τεχνική γιά πλήρωση ελλειμμάτων, λόγω της απρόβλεπτης απορρόφησης που υφίστατο το λίπος. Από τις διάφορες θεωρίες που ανεπτύχθηκαν γιά ερμηνεία της ευδοκίμησης των μοσχευμάτων λίπους, επεκράτησε τελικά αυτή που διατυπώθηκε από τον Peer,σύμφωνα με την οποία(θεωρία της Κυτταρικής Επιβιώσεως) τα μοσχεύματα ευδοκιμούν μόνον εφόσον τα λιποκύτταρα που αποτελούν το μόσχευμα επιβιώνουν σαν ξεχωριστές βιολογικές οντότητες. Επίσης,απέδειξε ότι περίπου 50% του μεταμοσχευθέντος λίπους επιβιώνει.
Τα τελευταία χρόνια έχειαποδειχθεί η
χρησιμότητα των μοσχευμάτων λίπους
από
τους Νευροχειρουργούς και Ορθοπεδικούς που τα χρησιμοποιούν γιά πλήρωση
του
κενού χώρου που προκύπτει μετά
την οσφυική πεταλεκτομή.
Επίσης οι ΩΡΛλόγοι έχουν
χρησιμοποιήσει με επιτυχία μοσχεύματα
λίπους γιά πλήρωση των μετωπιαίων κόλπων.
Το ενδιαφέρον των Πλαστικών Χειρουργών γιά τα μοσχεύματα λίπους ανανεώθηκε μετά την παραδοχή της λιποαναρρόφησης σαν αποδεκτής τεχνικής γιά βελτίωση των ανωμαλιών του περιγράμματος του σώματος. Ετσι ετέθη το ερώτημα κατά πόσον ήταν δυνατόν να επαναχρησιμοποιηθεί λιποαναρροφηθέν λίπος υπό μορφή ενέσεων γιά αύξηση του όγκου των μαλακών μορίων. Λόγω της τραυματικής φύσεως της τεχνικής,υπάρχει σκεπτικισμός γιά την αποτελεσματικότητα της μεθόδου σε σύγκριση με τα συνήθη μοσχεύματα λίπους. Υπάρχει η άποψη ότιτα λιποκύτταρα που λαμβάνονται με λιποαναρρόφηση αποτελούν "καλλιέργεια κυττάρων" που επιβιώνει περισσότερο ικανοποιητικά από ότι τα αυτογενή μοσχεύματα λίπους. Η αποτελεσματικότητα της τεχνικής βρίσκεται ακόμη υπό κρίση.
Οροι Ευρετηριασμού: Μοσχεύματα λίπους, λιποαναρροφηθέν λίπος,ελλείμματα μαλακών μορίων, λιποαναρρόφηση.
SUMMARY
Th.
C. Kononas:
Fat Grafts. A Historical Review with a Reference to Suctioned Fat
Injections
The
use of autologous
free fat grafts
for soft tissue augmentation has
an extensive history. There have been many
clinical and experimental reports of fat
grafting discussing the fate of transplanted fat. Many of the
findings
are conctradictory and different
theories developed over the last 90
years. The Cell Survival Theory by Peer seems to be
the most accepted and
supported theory today. Peer believes
that the ultimate fate of the
transplanted fat graft
is dependent upon the number of
individual surviving fat cells. He
also demonstrated that survival
was dependent on early
neovascular anastomoses
and that an
average of 50 percent
of the adipose tissue survive.
In
recent years, fat grafting
has been applied
mostly by specialties other than Plastic and Reconstructive
Surgery. Neurosurgeons and
Orthopaedic Surgeons proved the efficacy of fat grafts to fill the laminectomy site and prevent cicatrix
formation. ENT Surgeons have also
satisfactorily applied fat grafts to oblitarate the
frontal sinus.
The emergence of liposuction as a popular
technique has led to a
renewed interest in fat grafting.
Clinicians began to
guestion the possibility of reinjecting suctioned fat to fill
contour
defects in a variety of sites.Due to the traumatic
nature of its
removal, there is
concern
that suction removed
fat is rendered more or less
incompatible with long
term survival compared to surgically excised
fat grafts. Some believe
that the suction removed fat
cellscontitute a "Fat Cell Culture" that survives better
than an intact fat
graft when transplanted. The
efficacy of
suctioned fat
injections for soft tissue augmentation
has not yet be clinically proven.
Key words:Fat grafts, suctioned fat, contour
defects, liposuction.
Εισαγωγή
H πρώτη προσπάθεια μεταμoσχεύσεως λίπους σε άνθρωπο έγινε το 1893
από τον Neuber
που εχρησιμοποίησε μικρά
μοσχεύματα λίπους γιά
να
γεμίσει έλλειμμα
στην
περιοχή του οφθαλμικού κόγχου[1]. Στις αρχές του 20ου αιώνα ο
Lexer[2-4] που συνέβαλε τα
μέγιστα στην καθιέρωση της μεταμοσχεύσεως λίπους σαν αποδεκτής
τεχνικής, επίστευε ότι μόνο το ένα
τρίτο του μοσχεύματος επιβιώνει. Επίσης ο ίδιος επέστησε την προσοχή
στο
γεγονός ότι τα πολλαπλά μοσχεύματα λίπους επιβιώνουν ολιγότερο
ικανοποιητικά
από ότι ένα μονήρες κομμάτι λίπους,
διότι όπως διεκήρυττε τα πολλαπλά
τεμάχια
λίπους εκτίθενται σε μεγαλύτερο τραύμα και επίσης έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αντικατασταθούν από συνδετικό
ιστό. Τα μοσχεύματα λίπους αφού εφαρμόσθηκαν ευρέως τα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα[3-10], γρήγορα διεπιστώθηκε ότι
υφίσταντο προοδευτική σμίκρυνση του
μεγέθους τους. Στις αρχές του 1950 ο Peer[11,12]διετύπωσε την θεωρία της "Κυτταρικής Επιβιώσεως"
γιά να εξηγήσει την συμπεριφορά των μοσχευμάτων λίπους σε κυτταρικό
επίπεδο. H
θεωρία του Peer που στηρίχθηκε σε δικές του ιστολογικές παρατηρήσεις
που έγιναν
σε ανθρώπους καθώς και σε προγενέστερες εργασίες[3,13], συνοψίζεται ως
εξής:
"Τα ανθρώπινα αυτογενή μοσχεύματα τείνουν να διατηρήσουν
την χαρακτηριστική δομή τους μετά από ελεύθερη
μεταμόσχευση όταν
τα κύτταρα που αποτελούν το μόσχευμα επιβιώνουν σαν ξεχωριστές
βιολογικές οντότητες." Στην δεκαετία
του 1960 όταν άρχισε να διαδίδεται η
χρησιμοποίηση των ενθεμάτων σιλικόνης,
το ενδιαφέρον για τα
μοσχεύματα
λίπους εμειώθηκε σημαντικά και προοδευτικά έπαυσε να απασχολεί την
βιβλιογραφία της Πλαστικής και
Επανορθωτικής Χειρουργικής.
Σήμερα, οι Πλαστικοί Χειρουργοί γιά την πλήρωση ελλειμμάτων των
μαλακών μορίων προτιμούν την χρησιμοποίηση
μοσχευμάτων χορίου, οστικών
και χονδρίνων μοσχευμάτων και τελευταία
την εφαρμογή
ελευθέρων αγγειακών κρημνών. Η έλλειψη αξιοπιστίας των μοσχευμάτων
λίπους
οφείλεται κατά κύριο λόγο στην
πτωχή αιμάτωση
τους που έχει σαν αποτέλεσμα την μη
ικανοποιητική ευδοκίμηση
και την μικρότερη αντίσταση στις λοιμώξεις.
Παρά τα μειονεκήματα,
το λίπος διαθέτει ωρισμένα χαρακτηρηστικά που
το καθιστούν ιδανικό γιά αύξηση του όγκου
των ιστών κυρίως στην περιοχή του προσώπου[14] και του
μαστού [15, 16,17]. Ο λιπώδης ιστός
έχει μιά μοναδική μαλακή σύσταση
που παρόμοια δεν διαθέτει
κανένας άλλος ιστός του σώματος.
Αντίθετα, η αποκατάσταση με μοσxεύματα
χορίου, χόνδρου ή οστικά μοσχεύματα οδηγεί σε μιά αφύσικη σκληρότητα, ακινητοποίηση της μεταμοσχευθείσης περιοχής καθώς και σε
απώλεια της εκφραστικότητας του
προσώπου. Οσον αφορά τους
ελεύθερους αγγειακούς κρημνούς,
αυτοί απαιτούν περίπλοκες χειρουργικές επεμβάσεις που τους
καθιστά ανεπιθύμητους γιά την θεραπεία μικρών ελλειμμάτων του
περιγράμματος του
προσώπου.
Θεωρίες γιά
ερμηνεία της κυτταρικής
συμπεριφοράς σε μοσχεύματα λίπους
Από τους ιστούς του σώματος,το λίπος είναιτο πλέον
δύσκολο
να μεταμοσχευθεί με
επιτυχία σαν ελεύθερο μόσχευμα.
Από τα πρώτα
χρόνια της εφαρμογής των μοσχευμάτων
λίπους έγινε αντιληπτό
ότι θα έπρεπε να γίνεται κάποιου βαθμού
υπερδιόρθωση μεταμοσχεύοντας περισσότερο λίπος προς αντιστάθμιση της
αναμενομένης απορρόφησης του[18].
Μερικοί Χειρουργοί εισηγήθηκαν την
χρησιμοποίηση μοσχευμάτων
λίπους-χορίου[12,19] και λίπους-περιτονίας[2,15] γιά μείωση του βαθμού
της
ρίκνωσης που συνήθως παρατηρείται τους πρώτους μήνες μετά την
μεταμόσχευση. Ο
Lexer το 1919 ανέφερε ότι είχε εξαιρετικά
αποτελέσματα χρησιμοποιώντας πολύ
μεγάλα μοσχεύματα[2].Αντίθετα, άλλοι Χειρουργοί επίστευαν ότι
διαιρώντας
το μόσχευμα λίπους σε πολλά
μικρότερα τμήματα, αυξάνεται η
επιφάνεια που έρχεται σε επαφή με την δέκτρια περιοχή και
επιταχύνεται
έτσι η
επαναγγείωση των μοσχευμάτων[20,21]. Ο Brunings το 1916[22] ένεσε
μικρούς
κύβους λιπώδους ιστού στο
δέρμα σε πλαστική της ρινός. Αρχικά ανέφερε
καλά αποτελέσματα αλλά μετά παρέλευση ολίγου χρόνου παρετήρησε ότι το
λίπος
απορροφείτο.Παρά τις προσπάθειες που κατεβλήθηκαν γιά μείωση
της απορρόφησης χρησιμοποιώντας
μικρότερα ή μεγαλύτερα μοσχεύματα, το πρόβλημα εξακολουθούσε να
απασχολεί τους
Χειρουργούς και ερευνητές της εποχής. Ετσι, από έρευνες που έγιναν σε ανθρώπους και σε πειραματόζωα, ανεπτύχθηκαν
δύο σχολές σκέψεως γιά να ερμηνεύσουν
την βιολογική συμπεριφορά των
ελευθέρων
μοσχευμάτων λίπους[23]. Οι εκπρόσωποι της θεωρίας
της "Αντικαταστάσεως των Λιποκυττάρων από
Τοπικά Κύτταρα της Δέκτριας Περιοχής",
υποστήριζαν ότιτα
αυτογενή λιποκύτταρα καταστρέφονται
και στην συνέχεια αντικαθίστανται είτε εξ ολοκλήρου από ιστιοκύτταρα
που
προσλαμβάνουν λιπίδια και μετατρέπονται στην συνέχεια σε λιποκύτταρα
είτε από
ινώδηυνδετικό ιστό[24,25].
Το 1938 ο Gurney[13] απέδειξε
ότιτα λιποκύτταρα σε μοσχεύματα
λίπους σε αρουραίο
επιβιώνουν και
έτσι αντέκρουσε την
παλαιότερη άποψη ότι
όλα τα λιποκύτταρα απορροφούνται και αντικαθίστανται εξ
ολοκλήρου
από ιστιοκύτταρα της δέκτριας
περιοχής. Επίσης, εθεώρησε ότι "η οριστική
εξαφάνιση του συνθλιβέντος και
κατατεμαχισθέντος λίπους επιβεβαιώνει
την καταστρεπτική επίδραση του τραύματος στην ζωτικότητα
του μοσχεύματος". Μερικά χρόνια
αργότερα ο Peer[11](1950) απέδειξε ιστολογικά και σε ανθρώπους ότι αριθμός λιποκυττάρων επιβιώνει μετά από
την μεταμόσχευση. Απέδειξε επίσης
ότι η ευδοκίμηση εξαρτάτο από
την έγκαιρη ανάπτυξη νέων
αγγείων στο μόσχευμα λίπους και ότι περίπου 50% του μεταμοσχευθέντος
λίπους
επιβιώνει(1956).
Η θεωρία της "
Κυτταρικής Επιβιώσεως"
επεκράτησε τελικά της θεωρίας της "Αντικαταστάσεως του Λίπους από
Τοπικά
Στοιχεία" γιά να ερμηνεύσει την συμπεριφορά των λιποκυττάρων στο
μόσχευμα.
Σύμφωνα με την θεωρία του Peer, όσο πιό μεγάλο είναι το τραύμα που
προκαλείται
στο μόσχευμα, τόσο πιό μεγάλη είναι
η κυτταρική καταστροφή
καθώς και η επακολουθούσα
απορρόφηση του μοσχεύματος. Η
παραδοχή
της θεωρίας της
"Κυτταρικής Επιβιώσεως" αποδεικνύει την
σημασία
της πιστής τήρησης
των
κανόνων της ατραυματικής
χειρουργικής όταν μεταμοσχεύεται
ο τόσο ευαίσθητος και εύκολα
τραυματιζόμενος λιπώδης ιστός.
Αυτό ήταν πολύ κατανοητό
από
τους Lexer, Curney,
Peer
που συνιστούσαν την
εφαρμογή
ενός μονήρους μοσχεύματος λίπους
αντί πολλαπλών μοσχευμάτων γιά να μειώσουν το τραύμα που επροκαλείτο
στο
μόσχευμα.
Συσχέτιση
μεγέθους και ευδοκίμησης
μοσχευμάτων λίπους
Η ευδοκίμηση των μοσχευμάτων λίπους εξαρτάται από το μέγεθος του
μοσχεύματος καθώς και από τις τοπικές συνθήκες της
δέκτριας περιοχής.
Γιά
την καλύτερη ευδοκίμηση
του μοσχεύματος επιβάλλεται να καθορισθεί ο κρίσιμος όγκος του
μοσχεύματος. Οταν ο όγκος του μοσχεύματος είναι πολύ μεγαλύτερος από ότι
ο κρίσιμος όγκος,
τότε
πρέπει να
αναμένεται ρίκνωση του λίπους, σημαντική ανάπτυξη συνδετικού ιστού καθώς και
κύστεις στο κέντρο του
μοσχεύματος σαν αποτέλεσμα
της ανεπαρκούς θρέψεως. Αντίθετα πάλι,
αν το μόσχευμα κοπεί σε πολλαπλά τεμάχια
μικρότερα του κρισίμου όγκου,
τότε η ευδοκίμηση του μοσχεύματος δεν θα πρέπει να αναμένεται ότι θα
είναι
η επιθυμητή, διότι καταστρέφεται ένας
σημαντικός αριθμός λιποκυττάρων. Η διαίρεση του μοσχεύματος σε
μικρότερα
τμήματα γιά προαγωγή της επαναγγείωσεως του μοσχεύματος δεν φαίνεται να
αντισταθμίζει την
τραυματική καταστροφή που
προκαλείται στα λιποκυττάρα. Το τελικό
αποτέλεσμα σε τέτοια περίπτωση, είναι ενίοτε η
ολοκληρωτική απορρόφηση του μοσχεύματος μέσω του μηχανισμού της
φαγοκυτταρώσεως χωρίς την ανάπτυξη ινώσεως όπως παρετήρησε και ο Gurney [13].
Η άριστη ευδοκίμηση των μοσχευμάτων λίπους επιτυγχάνεται όταν
το μεταμοσχευθέν λίπος έχει διαστάσεις περίπου ίσες προς τον κρίσιμο
όγκο του μοσχεύματος. Σε τέτοια περίπτωση
πρέπει να αναμένεται φυσιολογικός λιπώδης
ιστός στην μεταμοσχευθείσα
περιοχή που θα έχει όμως μικρότερο όγκο από το αρχικό μόσχευμα, ενώ η
ανάπτυξη
ινώδους ιστού θα είναι η ελαχίστη[26]. Κρίνοντας από τα ανωτέρω μπορεί
κανείς
να αναλογισθεί γιατί τα
μοσχεύματα λίπους απετέλεσαν χρήσιμο υλικό γιά
αυξήσεις μικρών μόνον
ελλειμμάτων και κάτω από ιδανικές
συνθήκες.
Συμπερασματικά, απαιτούνται δύο προυποθέσεις γιά την καλύτερη επιβίωση των μοσχευμάτων λίπους. Πρώτον είναι η ατραυματική χειρουργική και δεύτερον είναι η έγκαιρη επαναγγείωση του μοσχεύματος που εξαρτάται απο τις διαστάσεις του μοσχεύματος και απο τις τοπικές συνθήκες της δέκτριας περιχής. Δυστυχώς κανένα από τα κριτήρια δεν φαίνεται να εκπληρώνεται στην περίπτωση των ενέσεων λιποαναρροφηθέντος λίπους που γίνονται γιά αύξηση του όγκου των ιστών. Και αυτό διότι αφενός μεν ο τρόπος λήψης του λιποααρροφηθέντος λίπους κάθε άλλο παρά ατραυματικός μπορεί να θεωρηθεί, αφετέρου το μετά λιποαναρρόφηση λίπος έχει διαστάσεις πολύ μικρότερες από ότι ο κρίσιμος όγκος με αποτέλεσμα να φαγοκυτταρώνεται προτού προλάβει να επαναγγειωθεί.
Εφαρμογές των μοσχευμάτων λίπους
Τα τελευταία χρόνια, η μεταμόσχευση λίπους έχει εφαρμοσθεί κυρίως από άλλες ειδικότητες εκτός της Πλαστικής και Επανορθωτικής Χειρουργικής. Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας διαπιστώσαμε ότι οι Νευροχειρουργοί και οι Ορθοπεδικοί έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητα των μοσχευμάτων λίπους τόσον στα πειραματόζωα[26-28] όσον και στους ανθρώπους[29-32] γιά την πλήρωση του κενού χώρου που προκύπτει μετά την οσφυική πεταλεκτομή και την παρεμπόδιση της αναπτύξεως ινώσεως στον επισκληρίδιο χώρο. Επίσης οι Ωτορινολαρυγγολόγοι έχουν χρησιμοποιήσει με επιτυχία μοσχεύματα λίπους γιά την πλήρωση των μετωπιαίων κόλπων[33-35]. Οταν το λίπος χρησιμοποιείται γιά την απόφραξη του μετωπιαίου κόλπου ή της περιοχής όπου έγινε η πεταλεκτομή, η διατήρηση της μαλακής σύστασης του λίπους καθώς και η ρίκνωση του μοσχεύματος αποτελούν δευτερεύοντα μελήματα. Παρατηρήσαμε ότι οσάκις ετοποθετήσαμε λίπος σε κοιλότητα όπως πχ στην βουβωνική χώρα γιά να περιτυλίξουμε το σημείο μικροαγγειακής αναστoμώσεως σε πειραματόζωα γιά λόγους αιμοστάσεως, πάντοτε μετά την επανεγχείρηση, η ευδοκίμηση του μοσχεύματος ήταν χωρίς δυσάρεστα συμβάματα. Τελικά, η αξιοσημείωτη παρατήρηση του Kiviliuto[27] που ουδέποτε αποδείχθηκε πειραματικά, ότι τα μοσχεύματα λίπους επιβιώνουν καλύτερα όταν τοποθετούνται σε κοιλότητες ενδεχομένως να έχει κλινική εφαρμογή.
Τα μοσχεύματα λίπους και το μέλλον
Το ενδιαφέρον των Πλαστικών Xειρουργών γιά τα μοσχεύματα λίπους ανανεώθηκε
μετά την
παραδοχή
της λιποαναρροφήσης σαν αποτελεσματικής μεθόδου γιά την
αποκατάσταση ανωμαλιών
του περιγράμματος του σώματος. Οπως είναι γνωστό,
με αυτή την τεχνική απορρίπτονται
σημαντικές ποσότητες λίπους. Ετσι,
ο Ilouz -πατέρας της λιποαναρρόφησης ήταν
από τους πρώτους που έθεσαν το ερώτημα κατά πόσο
θα ήταν
δυνατόν να επαναχρησιμοποιηθεί το
λιποαναρροφηθέν λίπος γιά να γεμίσει ελλείμματα σε διάφορα σημεία του
σώματος.
Το κλινικό πρόβλημα που ετέθη και που
δημιούργησε σύγχυση ήταν κατά
πόσον το λιποαναρροφηθέν λίπος
ευρίσκεται σε τέτοια κατάσταση που θα επέτρεπε την επιβίωση του μετά
την
επαναχρησιμοποίηση του όπως συμβαίνει με τα συνήθη μοσχεύματα λίπους που
ως γνωστό λαμβάνονται
κατά τρόπο
ολιγότερο
τραυματικό. Μέχρι
σήμερα δεν έχει γίνει καμιά ογκομετρική μελέτη
μέτρησης του ενεθέντος
λίπους που ελήφθη μετά
από λιποαναρρόφηση, γιά να διαπιστωθεί η τύχη του μετά παρέλευση
ωρισμένου χρόνου. Επίσης ενδιαφέρον θα ήτο να αποδειχθεί αν το
λιποαναρροφηθέν λίπος
έχει
την ίδια πιθανότητα
να επιβιώνει με
την μορφή του μοσχεύματος συγκρινόμενο με τα συνήθη μοσχεύματα
λίπους.
Ο Van[36] σε ένα σημαντικό άρθρο, διατυπώνειτην άποψη ότι ο λιπώδης ιστός είναι πολύ πιό
πολυδύναμος από ότι επιστεύετο παλαιότερα. Θεωρεί επίσης ότι τα
λιποκύτταρα
στον άνθρωπο αποτελούν είτε πρόδρομες μορφές κυττάρων που ουδέποτε
ωρίμασαν
είτε ώριμα λιποκύτταρα που διαθέτουν εμβρυικές
ιδιότητες. Οσον αφορά τα μοσχεύματα
λίπους, πιστεύεται ότι λόγω
της ισχαιμίας μερικά
από τα λιποκυτταρα μετά την μεταφορά
τους στην δέκτρια
περιοχή
διαφοροποιούνται σε πρόδρομες μορφές λιποκυττάρων[37-39] που μετά την
αποκατάσταση της κυκλοφορίας
διαφοροποιούνται εν νέου σε
ώριμες μορφές κυττάρων.
Μιά ενδιαφέρουσα θεωρία που έχει διατυπωθεί γιά να ερμηνεύσει την
επιβίωση του λιποαναρροφηθέντος λίπους
μετά την επαναχρησιμοποίηση του, είναι
ότι υπό ισχυρή
αρνητική πίεση το
λίπος δεν αποτελεί πλέον οργανωμένο ιστό αφού
τα λιποκύτταρα
διαχωρίζονται το ένα από το άλλο.[40]
Μερικά από τα λιποκύτταρα επιβιώνουν ενώ τα υπόλοιπα αποθνήσκουν. Μετά
την επενεμφύτευση των
λιποκυττάρων που
έχουν επιβιώσει
στην δέκτρια περιοχή, η
θρέψη τους εξασφαλίζεται αρχικά με
διαπίδυση μέχρις ότου το ενεθέν λίπος
ανακτήσει την
αγγείωση του. Αυτά τα λιποκύτταρα που έχουν επιβιώσει, θεωρούνται ότι
αποτελούν
"Καλλιέργεια Λιποκυττάρων"
που επιβιώνει ικανοποιητικά
στο φυσικό της
περιβάλλον. Πράγματι, από ιστολογικές έρευνες του
λιποαναρροφηθέντος
λίπους [41, 42], διαπιστώθηκε η ύπαρξη ανεπάφων λιποκυττάρρων σε άλλοτε
άλλους
αριθμούς.
Από κλινικές και ιστολογικές παρατηρήσεις διαπιστώνεται η ύπαρξη
λίπους
στην δέκτρια περιοχή όπου έχει εγχυθεί λιποαναρροφηθέν
λίπος, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι πράγματι
μέρος του ενεθέντος λίπους
επιβιώνει με την
μορφή του μοσχεύματος. Το ποσοστό όμως
του λίπους που
παραμένει μετά παρέλευση ωρισμένου χρόνου
μετά την ένεση και που έχει
υπολογισθεί μόνο κλινικά, κυμαίνεται στους διάφορους συγγραφείς[43-45]
από 20%
μέχρι 70% με αποτέλεσμα ο τεχνική να
τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Τα ερωτήματα που ανακύπτουν όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της
μεθόδου είναι πολλά και παραμένουν σε μεγάλο
βαθμό άλυτα. Μερικά από αυτά τα ερωτήματα είνα: 1-
Ποιά είναι η κατάλληλα αρνητική πίεση
γιά την ελαστιχοποίηση του τραύματος
στα κύτταρα του μοσχεύματος; 2- Ποιό είναι
το πραγματικό ποσοστό
των λιποκυττάρων που επιβιώνει μετά την
λιποαναρρόφηση; 3- Υπάρχουν ανέπαφες
πρόδρομες λιποκυττάρων στο
λιποαναρροφηθέν λίπος; 4- Παίζει κανένα ρόλο
η περιοχή από όπου θα αναρροφηθεί το
λίπος; 5- Ποιά είναι η σημασία της ηλικίας
του ατόμου που
επιχειρείται τέτοια τεχνική; 6- Η
προετοιμασία του μοσχεύματος με ινσουλίνη,
βιταμίνη Ε βοηθεί όντως στην
μείωση της λιπολύσεως
των
κυττάρων; 7- Η
φυγοκέντρηση του
λιποαναρροφηθέντος λίπους πριν
την επαναχρησιμοποίηση του βοηθά στην ευδοκίμηση του
ενεθέντος λίπους;
Μελλοντικά, οι ενέσεις λιποαναρροφηθέντος λίπους ενδέχεται να
αποτελέσουν το τόσο επιθυμητό αυτόλογο βιολογικό
υλικό
που θα χρησιμοποιήται γιά αύξηση του όγκου των
ιστών σε διάφορα σημεία του σώματος. Η αποκατάσταση του
όγκου θα διαμορφώνεται
σταδιακά με την
βοήθεια ενέσεων λιποκυττάρων ή προδρόμων μορφών τους που θα λαμβάνωνται
από τό λιποαναρροφηθέν
λίπος μετά απο κατάλληλη εξεργασία
στο εργαστήριο.
Ηδη έχει αποδειχθεί πειραματικά ότι πρόδρομες
μορφές λιποκυττάρων που
έχουν ληφθεί από μοσχεύματα λίπους από
αρουραίους και
ποντικούς, διαφοροποιούνται σε ώριμες
μορφές κυττάρων που παράγουν διάμεσο
συνδετικό ιστό[39,46].
Σήμερα, η γενική εντύπωση που επικρατεί είναι ότι η επανέκχυση λιποαναρροφηθέντος λίπους δεν αποτελεί μιά αξιόπιστη τεχνική γιά την πλήρωση ελλειμμάτων του σώματος, λόγω της σημαντικής μείωσης που υφίσταται ο όγκος του ενεθέντος λίπους καθώς και των εποπλοκών που παρουσιάζονται. Η βελτίωση των γνώσεων μας όσον αφορά τον βασικό μεταβολισμό του λίπους σε κυτταρικό επίπεδο θα έλυνε το πρόβλημα σε σημαντικό βαθμό.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.Neuber G.
Zur Behandlung
starrwandiger Hohlenwunden.
Langenbecks Arch Klin Chir 1896, 51:683.
2.Lexer E.
Die freien
Transplantationen. Part 1, Neue Dtsch Chir 1919, 26:264-545 3.Lexer
E. Zwanzig Jahre
Transplantationsforchung in
der Chirurgie. Arch Klin Chir 1925, 138:251-302.
4.Makkas
M. Experimentelle
und Klinische Beitrage zur freien Fetttransplantation. Plombierung von
Knochenhohlen mit Fet. Bruns Beitr Chir
1912, 77:523-48.
5.
Rehn E. Die
Fetttransplantation. Langenbecks
Arch Klin Chir 1912, 98:1-37.
6.Eden R,
Rehn E. Die
autoplasticshe Fetttransplantion zur
Neurolysis und Tendolysis. Langenbecks
Arch Klin Chir 1914,104:65-83.
7.Eisleb H.
Ueber die
freie Fetttransplatation. Bruns'Beitr Klin Chir 1916, 102:249-72.
8. Mann FC, Transplantion of fat in the
peritoneal cavity.Surg Clin North Am
1921, 1:1465-71.
9. von Gaza
W. Uber
freie Fettgewebstrasnplantation in den
retropharyngealen Raum
bei Gaumenspalte. Langenbecks Arch Klin
Chir 1926, 142:590-99.
10. Cotton FJ.
Contribution to Technic of
fat grafts. N
Engl J Med 1934, 211:1051-53.
11. Peer LA. Loss of weight and volume in human fat
grafts with postulation of A
"Cell Survival Theory". Plas Rec
Surg 1950, 5:217-30.
12. Peer LA.
The
Neglected "Free Fat Graft". Its Behavior and Clinical Use. Am J Surg
1956, 92:40-7.
13. Gurney
CH.
Experimental study of the behavior of free fat transplants. Surgery
1938
3:679-92.
14. Stevenson
TW.
Fat grafts to the face. Plas Rec Surg
1949,4:458-68.
15. May H. Transplantation and regeneration of
tissue. Penn med J 1941, 45:130-35.
16. Watson
J. Some observations on free
fat grafts: With
reference to their use in mammaplasty. Brit J Plas
Surg
1959,12:263-74.
17.Bircoll M.
Cosmetic Breast
Augmentation Utilizing
Autologous
Fat and lipocuction
Tecniques. Plas
Rec Surg 1987, 79:267-71.
18. Verderam: Ueber
Fetttransplantation bei adharenten Knochen-narben
am
Orbitalrand. Klin Mbl
Augenheilk 1909,47:433-42.
19. Bames HO.
Augmentation mammaplasty by
lipo-transplant. Plas Rec Surg
1953, 404-14.
20. Schorcher F. Fettgewebsverpflanzug bei zu
kleiner Brust. Munch med
Wschr 1957, 99:489.
21.
Ellenbogen R. Free
Autogenous Pearl Fat Grafts
in the Face. A
Preliminary Report of a Rediscovered Techique. Ann
Plas Surg 1986,
16:179-94.
22. Bruning
P.
Cited by Broeckaert TJ, Contribution a l'etude des
greffes adipeueses.
Bull Acad Roy Med Belgigue
1914,28:440.
23. Billings
E, May JW.: Historical
Review
and Present status
Of Free Fat Grafts Autotransplantation in
Plastic and Reconstructive
Surgery. Plas Rec
Surg 1989, 83:368-81.
24. Neuhof
H. The Transplantation of Tissues. New
York: D Appleton and Co 1923, p:297.
25. Davis JS,
Traut HF. Tranplantation of Fat, in Lewis Dean:Practice
of
Surgery, Hagerstown, Maryland FW
Prior Company,Inc vol 5 chap 8, pp: 98-124.
26.Saunders
M,
Keller J, Dunsker S, Mayfield F. Survival of Autologous
Fat Grafts in Humans and in Mice.
Connect Tissue Res 1981, 8:85-91.
27. Kiviliuto
O. Use of free fat
transplants
to prevent epidural
scar formation: An experimental study.
Acta Orhtop Scand 1976, 164:1-75.
28. Keller JT,
Dunsker SB, McWhorter
JM, Ongkiko CM,
Saunders MC, Mayfield
FH. The fate
of autogenous grafts to the spinal dura. J Neurosurg
1978, 49:412-18.
29.Rehn E.
Die
Verwendung der autoplastischen
Fatttransplantationen bei
Dura-und Hirn-defecten. Arch
Clin Chir 1913, 101:962-96.
30.Mayfield
FH.
Autologous fat tranplants for the protection and repair of the spinal
dura. Cli Neurosurg
1980,
27:349-61.
31.Bryant
MS,Bremer
AM, Nguyen TQ. Autogeneic
Fat Tranplants in the
Epidural Space
in Routine Lumbar
Spine
Surgery.Neurosurgery 1983, 13:367-70.
32. van
Akkerveeken
PF, van De Kraan W, Muller JM. The
Fate of the Free Fat Grafts. Spine 1986, 11:501-4.
33. Sessions RB,Alford BR, Stratton C, Ainsworth JZ, Shill O.
Current concepts of frontal sinus
surgery: An appraisal of
the
osteoplastic flap-fat
oblitaration operation.
laryngoscope 1972, 82:718-930.
34. Hardy JM,
Montgomery WW. Osteoplastic frontal sinusotomy. Ann Otol Rhinol
Laryngol 1976,
85:523-32.
35.Denneny JC.
Frontal sinus
oblitaration using
liposuction. Oto-Head-Neck Surg 1986, 95:15-19.
36. Van RL., Bayliss CE., Roncari DA.:
Cytological
and enzymatological characterization
of adult human adipocytes
precursors in culture. J Clin Inves 1976, 669-704.
37. Williams RG.: Studies of autoplatic and homoplastic grafts in rabbits. Am J Anat 1953, 93:1-23.
38. Poznanski
WJ., Waheed I.,
Van R.
: Human Fat
Cell precursors. Morphologic
and Metabolic Differentiation in Culture. Lab Inves
1973, 29:570-76.
39.Van RL.,
Roncari DA.: Complete
differentiation of adipocyte precursors.
A culture system
for
studying the cellular
nature
of adipose tissue. Cell
Tissue Res 1978, 195:317-29.
40. Illouz
YG.:The
fat cell"graft": a new technique to fill depressions. Plas
Rec Surg 1986,
78:122-23.
41. Fournier
PF.,
Otteni FM.: Lipodissection in
body sculpturing
procedure. Plas
Rec Surg 1983, 72:598-609.
42. Courtiss
EH.:
Suction lipectomy. A retrospective analysis of 100 patients. Plas
Rec Surg 1984,
73:780-93.
43. Chajchir
A.,
Benzaquen I.: Fat Grafting
Injection for Soft-Tissue
Augmentation . Plas Rec Surg
1989, 84:921-34.
44. De
La Fuente A.,
Tavora T.: Fat Injections
for the Correction
of Facial Lipodystrophies: A Preliminary Report.Aesth
Plas Surg 1988, 12:39-43.
45.Asken S.:
Facial liposuction and
microlipoinjection. J Derm Surg Onc
1988, 14:297-305.
46. Green H., Meuth M.: An Established Pre-Adipose Cell Line and its Differentiation in Culture. Cell 1974, 3:127-33.