Εφτά χρονών

'Ηταν μικρός, εφτά χρονώ, σαν ήρθε η κατοχή,
στην πρώτη τάξη... κι έλεγες πως δεν θα νοιώθει ακόμα.
'Ομως το μίσος που έκρυβε για τον εχθρό η ψυχή
πώς χώραγε σε τοσοδούλι σώμα;

Τον Ούννο καθώς κοίταζε, που εμόλυνε τη γης
καβάλλα σε διαβολικά σιδερικά θανάτου
γινόταν όλος σύσπαση ανήμπορης οργής
κι άβυσσος ήταν η ματιά του.

Πληθαίναν γύρω τα δεσμά, τα πτώματα κι οι τάφοι.
Το σχήμα μιας εκδίκησης παίρναν σιγά τα μίση.
Κι ήταν μικρός... Να μπόραγε συνθήματα να γράφει...
Να δοκιμάσει τάχα...; Να τολμήσει...;

Τον ήβρε η σφαίρα ώς πάσκιζε τα γράμματα να φτάσει
όσο μπορούσε πιο ψηλά. Κι απόμεινε μισή,
σα μια κατάρα, που ακλουθά πέρ' απ' τον τάφο η φράση:
ΤΣΕΚΟΥΡΙ ΚΑΙ ΚΡΕΜΑΛΑ ΣΤΟΥΣ ΦΑΣΙ...

This page has been visited times.