Η κάσσα


'Ογκος βαρύς κι ασήκωτος τ' αφέντη μας η κάσσα,
με ζηλεμένονε παρά σε στήθεια σιδερένια
κι ανοιγοκλεί με σφυριχτή -σα δουλευτής- ανάσα
κι ο αφέντης της χαμογελά με σεβασμό κι ευγένεια.

Κι όταν σχολάσουμε όλοι εμείς και μείνει αυτός μονάχος
στην κάσσα δίπλα στέκεται και τηνε καμαρώνει.
Σίδερο η κάσσα, μα κι αυτός μπετόν, ατσάλι, βράχος
κι ανθρώπινο ότι τούμεινε μέσα της το κλειδώνει.

Κρύβει τ' αργάτη τον ιδρό, τον κάματο τ' αγρότη
κρύβει το δάκρυ τ' ορφανού, το στεναγμό της χήρας
του ναύτη τον καρδιοσωμο, το γαίμα του στρατιώτη
και της γυναίκας την τιμή και την τιμή της λίρας.
(Ριζοσπάστης, 1924)




Επιστροφή


This page has been visited times.