Νίκος Εγγονόπουλος, ''Γοτθική πικρία'', Ποιήματα Β', Αθήνα, εκδ. Ίκαρος, 1977, σσ. 54-55.

    εις Ανδρέαν Εμπειρίκον

    Αρκούν, πλέον, τα νάματα της ευάνδρου Ηπείρου. Αρκούν, πλέον, τα συναξάρια των λαφυραγωγών του σπέρματος. Αρκούν οι ύπουλες διεισδύσεις των υφάλων σήμαντρων στ' ατμοσφαιρικά στρώματα της λήθης. Αρκούν. Τώρα η ψυχή μας ποθεί την γαλήνη. Τώρα η ψυχή μας ποθεί την χαρά. Έστω και αν απαιτείται δι' αυτό, ακόμη και για μιαν μόνη στιγμή ή της αύριο ή της χθες, η εξωμήτριος κύησης του φόβου μας' στα επιρριπτάρια της αθανασίας. Έστω και αν απαιτηθεί η ερήμωσις των λατομείων εντός σκάφανδρων, η τοποθέτηση πουλιών, σε γεωμετρικά σχήματα, επί των επάλξεων, η άγρια της αύρας στην αφροδίσια γύμνια του δάσους. Έστω και αν η θυσία που απαιτείται και πάλι από μας είναι τόσο οδυνηρή όσο τα δάκρια που κυλούν από τα θλιμμένα μάτια της, οι τραγικές πλεξίδες των μαλλιών της. Έστω και αν η εις Εκβάτανα αλγεινή μετάβαση μας μας επιφυλάσσει τόσες φρικτές συνέπειες και για τώρα και για το μέλλον. Και να, κιόλας, που ο σεμνός συκοφάντης, ο σεπτός συκοφάγος, ανθίσανε πάνω στα πολεμικά μανουάλια. Η Καρχηδών σίγησε δια παντός. Το άσμα της συνεχίζουν τώρα σε ρυθμό αιθάλης. Αυτή η σημαία είναι δική σας; Αυτά τα αίματα είναι δικά μας;

    Αυτά τα φάσγανα είναι δικά σας; Αυτές οι ροδάκες είναι πιστοί; Συμφέρει στο άπειρο το χάος του ονείρου; Αυτή η άμυνα που θα μας πάει, σαν μας μισήσουν κι οι λυγεριές;