Κωστής Παλαμάς, "Κυμοθόη", 'Απαντα, τόμ. 5, 2η έκδοση, Αθήνα, εκδ. Γκοβόστης, χ.χ.έ., σελ. 393.

 

- Ποιος είδε τη νεράιδα Κυμοθόη,

του πέλαου τη λαχτάρα και του αφρού,

που είν' έξω από τα πρόσκαιρα της πλάσης

και πέρα από τα βρόχια του καιρού;

 

 

- Εγώ είδα τη νεράιδα Κυμοθόη

των πέλαων τη χαρά και των αφρών

στα πόδια της να σέρνη τον Ασκραίο,

τον ψάλτη των ηρώων και των καιρών.

 

 

- Ποιος είδε τη νεράιδα Κυμοθόη;

τα κύματα μαγνήτες και καημοί,

χρυσά δελφίνια στη φωνή της παίζουν

και στο κορμί.

 

 

- Εγώ είδα τη νεράιδα Κυμοθόη,

να ξεθάφτη στην άβυσσο θαφτό

του Βασιλιά της Θούλας το ποτήρι

τ' ονειρευτό.

 

 

-Ποιος είδε τη νεράιδα Κυμοθόη;

Το πρόσωπό της μια φεγγοβολή,

το φεγγάρι στης θάλασσας τους κόρφους

που τρέμει απάνου τους και τους φιλεί.

 

 

- Εγώ είδα τη νεράιδα Κυμοθόη

να ποτίζη το θείο τραγουδιστή

στου βασιλιά της Θούλας το ποτήρι...

θνητός ή θείος, μακάριος που θα πιεί.